Γενική Οδοντιατρική

Γενική Οδοντιατρική λέγεται ο κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με την μελέτη, διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία ασθενειών, διαταραχών και καταστάσεων της στοματικής κοιλότητας, συνήθως που αφορούν την οδοντοφυΐα αλλά και το βλεννογόνο του στόματος αλλά και των γειτονικών και των σχετικών δομών και ιστών, ιδιαίτερα στην γναθοπροσωπική (των γνάθων και του προσώπου) περιοχή.

Αν και κατά κύριο λόγο συνδέεται άμεσα με τα δόντια ο τομέα της οδοντιατρικής δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτά, αλλά περιλαμβάνει και άλλες πτυχές του κρανιοπροσωπικού συμπλέγματος, συμπεριλαμβανομένης της κροταφογναθικής άρθρωσης και άλλων υποστηρικτικών δομών. Ο όρος οδοντιατρική προέρχεται από την λέξη οδοντολογία (από την Αρχαία Ελληνική λέξη ὀδούς (“δόντι”)) – δηλαδή τη μελέτη της δομής, της ανάπτυξης, και των ανωμαλιών των δοντιών. Πλέον, συχνά η οδοντιατρική ταυτίζεται με την ιατρική ειδικότητα της Στοματολογίας (τη μελέτη δηλαδή του στόματος, των διαταραχών και των ασθενειών του) επειδή ασχολούνται με κοινό επιστημονικό πεδίο.

Η οδοντιατρική είναι σημαντική για τη γενική υγεία του ατόμου. Η οδοντιατρική θεραπεία πραγματοποιείται από εξειδικευμένη ομάδα, η οποία αποτελείται συχνά από έναν οδοντίατρο, βοηθούς οδοντιάτρου, υγειονολόγους, οδοντοτεχνίτες, τεχνικούς και θεραπευτές οδοντιατρικής. Οι περισσότεροι οδοντίατροι εργάζονται σε ιδιωτικά ιατρεία (πρωτοβάθμια περίθαλψη υγείας), αν και μερικοί εργάζονται σε οδοντιατρικές κλινικές και νοσοκομεία (δευτεροβάθμια περίθαλψη υγείας) και ιδρύματα (φυλακές, στρατιωτικές βάσεις, κ.τ.λ.).